Μπορείτε να επικοινωνείτε στο email

studiopressbg@gmail.com

23 Μαρτίου 2015

Ἡ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟῦ ΜΕΓΑΛΟΥ ΓΟΡΤΥΝΙΟΥ ἀΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟῦ 1821 ΔΗΜΗΤΡΑΚΗ ΠΛΑΠΟῦΤΑ


                                   
το ρχιμ. ακώβου Κανάκη

Εναι γεγονός τι μερικοί κ τν γωνιστν καί ρώων το 21 δέν εναι τόσο γνωστοί στούς περισσότερους συμπολίτες μας καί δίως στίς νέες γενεές. Εναι μεμονωμένα πρόσωπα καί οκογένειες πού πραγματικά ξεκληρίστηκαν στούς γνες το γένους χωρίς κν νά τιμηθον ντίθετα τιμωρήθηκαν πό ρχές καί ξουσίες.[1] Νομίζω τι μιά τέτοια περίπτωση εναι καί οκογένεια τν Πλαπουταίων, τν κορυφαίων ατν γωνιστν τς πανάστασης.[2] Μάλιστα, κορυφαος ξ ατν εναι μολογουμένως Δημητράκης Πλαποτας.
Γιά τήν ρευνα το θέματός μας δέν βρήκαμε πειρες πληροφορίες λλά σες ντοπίσαμε ταν κανές γιά νά θίξουμε τήν στορική γορτυνιακή μορφή τς πανάστασης πό τό χωριό Παλούμπα. Τά σα θά σς ναφέρω φορον στίς πηγές τς στορίας μας καί ρα εναι πιστοποιημένες καί γκυρες πηγές. Εσαγωγικά σς ναφέρω τι τά στοιχεα πού ντοπίστηκαν γιά τόν μεγάλο Πλαποτα κμαιεύθηκαν πό περιστατικά τς ζως καί τς δράσης του.



Τό κοινωνικό περιβάλλον το Πλαποτα
ς δομε μως ρχικά ποιά ταν περιρέουσα τμόσφαιρα τν χρόνων πού ναφερόμαστε στό Παλούμπα. Εδικά γιά τήν σχέση τν νθρώπων τς ποχς μέ τήν πίστη, ναφέρουμε να περιστατικό πό ρθρο τς φημερίδας βδομάς πού φορ σέ ναν συμπατριώτη το Πλαποτα, τόν Λιάκο Παλουμπιώτη. κλέφτης ατός συναντιέται πρόσμενα μέ δύο τούρκους, πού τόν ναγκάζουν νά ποδώσει τό χαράτσι καί φο κενος ρνήθηκε τόν πείλησαν γιά τήν ζωή του. γρήγορος μως Παλουμπαος μέ τό «δίκοπον χατζάριον» κοψε τήν χερα το νός, ν το λλου σκισε τήν κεφαλή. Μετά τό γεγονός ατό  « ποιήσας τό σημεον το σταυρο τρίς, σπευσε ες Παλούμπα, νά εδοποιήσ τούς δελφούς καί τούς συγγενες ατο».[3] Δέν εναι εκολο νά ξιολογήσουμε τήν πράξη ατή. πάρχει πάντως σωτερική ασθηση τς πολογίας γιά τήν πώλεια μις ζως, μως σέ μιά ποχή πού ο νθρώπινες ζωές δέν πολογίζονταν πως θά πρεπε.
λλο σημαντικό γεγονός πού φορ στήν τμόσφαιρα πού ζησε Πλαποτας καί μς ποκαλύπτει τήν σχέση το συναγωνιστ του Κολοκοτρώνη γιά τήν Πίστη του εναι τά συγκλονιστικά πού επώθηκαν κατά τήν κοινή τους δίκη. μεγάλος στορικός μας Κωνσταντνος Παπαρηγόπουλος ναφέρει τά λόγια το Γέρου το Μωρι κούγοντας τήν θανατική του ποινή περί τς δήθεν σχάτης προδοσίας: «Κύριε λέησον· μνήσθητί μου, Κύριε, ν τ βασιλεία σου».[4] Εναι ξιοσημείωτο τι σέ μιά τέτοια δύσκολη στιγμή μεγάλος Κολοκοτρώνης καί πιστήθιος φίλος το Πλαπούτα ναφέρει σα επώθηκαν τήν στιγμή τς Σταύρωσης το Χριστο.

Οκογενειακές καταβολές
ς δομε τώρα περιστατικά πού σχετίζονται μέ τήν οκογένεια το Δημητράκη Πλαποτα. Γνωρίζουμε τι γιά τήν θρησκευτική πίστη πιστία, πολλές φορές, παίζουν ρόλο ο γονες καί γενικότερα τό οκογενειακό περιβάλλον. Πλαποτας ταν βαπτισμένος, ρθόδοξος χριστιανός, φο γησίλαος Τσέλαλης ναφέρει τι τό μυστήριο γινε τήν 25η ουνίου 1786. Καί συνεχίζει λέγοντας :«κε στήν δίαν τς γεννήσεώς του γν, ς καθατό πατρίδα του, διδάχθ κε τήν μέ τόν παλαιόν τρόπον προπαιδείαν, τοι τό ναγινώσκειν καί γράφειν».[5] Στήν συνέχεια Πλαποτας νυμφεύεται, ννοεται μέ θρησκευτικό γάμο, σέ λικία μόλις 17 τν καί ν ταν δη ρματωλός. Νυμφεύτηκε τήν Στεκολα Κολοκοτρώνη στίς 20 Μαΐου 1803, ποα ταν κόρη το ναγνώστη Κολοκοτρώνη καί πρώτη ξαδέλφη το Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. οκογένειά του λοιπόν ταν θά λέγαμε μιά παραδοσιακή χριστιανική οκογένεια. Ατό λλωστε τό βλέπουμε καί σέ κάτι σχετικό μέ τόν θάνατο το πατέρα του Κόλια.

Θάνατος το πατέρα του στήν μονή γίου ωάννου
 Θά ναφέρω να περιστατικό σχετικό μέ τόν θάνατο το πατέρα, πως τό περιγράφει Φωτάκος, στό μνημειδες ργο του «πομνημονεύματα τς λληνικς παναστάσεως»: « δέ Κολοκοτρώνης καί μες ο λλοι φο χωρίσθημεν ες τά Λαγκάδια πό τούς περί τόν Ζαΐμην καί τούς λοιπούς, ς προείπαμεν, τραβήξαμεν ες τό χωρίον Παλούμπα καί κε κοιμήθημεν. Τήν δέ πομένην μέραν οκογένεια το Δημητρίου Πλαποτα τοιμάσθη νά φύγ πό τό χωρίον, φοβούμενοι μήπως λθουν καί κε ο Τορκοι. Δ. Πλαποτας εχε τόν πατέρα του Κόλιαν Πλαπούταν, παλαιόν κλεφτοκαπετάνιον καί ρματωλόν τς παρχίας Καρυταίνας. Ατός δέ καί ο λοιποί Παλουμπαοι πρίν παναστατήσωμεν σαν τό φόβητρον τν Λαλαίων Τούρκων. πείδη δέ εχε φθάσει ες βαθύτατον γρας καί το σωματώδης, δέν δύνατο νά βαδίσ, οτε πάνω ες ζον νά σταθ. φο δέ πλέον δέν δυνήθημεν νά τόν πάρωμεν, τά παιδιά του πεφάσισαν νά τόν φήσουν κε κατά τήν θέλησίν του, καί μέσα ες να σπίτι, τό ποον νά χ μόνον τήν μίαν θύραν νοικτήν, τήν δέ λλην νά τήν κλείσουν, καί νά το δώσουν τά πλα του καί λίγα φουσέκια, στε ν ο Τορκοι πάγουν νά τόν σκοτώσουν, νά σκοτώσ καί ατός πό ατούς, καί νά μήν πάγη παραπονεμένος καί χαθ δωρεάν, χωρίς νά κδικηθ καί ν᾽ἀνταλλάξη τό αμά του. Νά το φήσουν δέ καί δύο τρες νθρώπους νά τόν προσέχουν. Ατή το θέλησίς του, καί ατά μς επε καί μς ζήτησε, τά ποα λα γιναν. πειτα συγχωρέθημεν μέ τόν σεβάσμιον γέροντά μας, τόν σπάσθημεν λοι, ο δέ μικρότεροι το φίλησαν τό χέρι μέ τά δάκρυα ες τά μάτια καί κατόπιν κλαίοντες λοι καί θλιβόμενοι πεχωρίσθημεν. Μετά τατα μάθαμεν, τι τά παιδιά του καί ο λλοι συγγενες πεφάσισαν νά τόν μεταφέρουν ες τήν μονήν το Προδρόμου ες Στεμνίτσαν. Πς δέ τόν καμαν καί πς τόν πγαν κε δέν μάθαμεν».[6]
Μιά σύντομη ναφορά γιά τόν θάνατο τς συζύγου του. Διαβάζω πόσπασμα πό τήν «ρκαδία», φημερίδα τς ποχς: «πεβίωσε πρό λίγων μερν ες Παλούμπα τς ραας σύζυγος το Στρατηγο Κ.Δ Πλαποτα πλήρης μερν, πάσχουσα πρό τριν τν ξ μιπληγίας, καί τάφη μεθ᾽ὅλης τς κκλησιαστικς παρατάξεως πό το Σεβασμιωτάτου πισκόπου Γόρτυνος καί λων τν ερέων τν πέριξ Δήμων, συνοδευθεσα ες τόν τάφον πό πείρου πλήθους νδρν, γυναικν καί παίδων. νάρετος ατη γυνή, πρώτη ξαδέλφη το Γέροντος ρχιστρατήγου Κολοκοτρώνη τυγχάνουσα, εχεν φελκύσει ες αυτήν τήν γάπην καί τό σέβας πάντων τν κατοίκων τς παρχίας καί σων λλων ητήχησαν νά γνωρίσωσιν ατήν. Χριστιανή πιστς φοσιωμένην ες τόν Θεόν καί τήν κκλησία το Χριστο, πιστοτάτη σύζυγος, φιλόστοργος μήτηρ, φιλελεήμων ες κρον πρός τούς πτωχούς, συμπαθεστάτη πρός τούς πάσχοντας, καί ν νί λόγω νάρετος καθ᾽ὅλην τήν σημασίαν τς λέξεως, παρέδωκεν ν Κυρί τό πνεμα, φο σχεν τήν τύχην νά δ καλς ποκατεστημένα λα τά τέκνα της, καί τόν Γηραιόν καί σεβαστόν σύζυγόν της ες τήν νήκουσαν ατ δόξαν καί τιμήν, φκεν μως ατόν γέροντα νάγκην χοντα γεροντικς περιποιήσεως, ν ξει βεβαίως πό τν γαθν τέκνων του, λλοχ ττον πενθοντα καί λυπούμενον διά τήν στέρησίν της, καθόσον οδείς ποτέ νθρωπος ν τ κοινωνικ βί εχαριστεται νά μένη καί μέχρι τς τελευταίας στιγμς τς ζως του νευ το συζύγου, μεθο θεί ντολή συνεδέθ».[7] Γνωρίζουμε τώρα πλέον τίς ρχές πού πρχαν στήν οκογένεια το Πλαποτα χοντας διος ς σύντροφο τήν σπουδαία ατή γυναίκα.

                                                Κτήτορας ναο
Σημαντικό στοιχεο τς βιογραφίας το ρωα, τό ποο προσδιορίζει καί τήν εσέβειά του, ταν μέριμνα γιά τήν νοικοδόμηση τς κκλησις το χωριο του. Πράγματι, Πλαποτας εχε βαθειά εσέβεια. Πίστευε καί κήρυττε τι κάθε νθρωπος θά δώσει μία μέρα λόγο γιά τίς πράξεις του στό Θεό. Μέ γνώμονα ατήν τήν καθαρή πίστη τό 1805[8] τόν βλέπουμε νά φροντίζει γιά τό κτίσιμο τς κκλησις το γιώργη στήν ποία «πήγαινε ν᾽ἀκούση τήν λειτουργία».[9] κτός πό τό κτίσιμο μερίμνησε καί γιά τό σωτερικό το ναο.[10] Γιά τό ξυλόγλυπτο τέμπλο, γιά τά στασίδια, γιά τό δεσποτικό,[11] γιά τό κανδήλι τς εκόνας το Χριστο.[12] Γίνεται λοιπόν σαφές τι μέριμνά του γιά τόν στορικό ατό ναό ταν σημαντική καί δηλώνεται χωρίας μφιβολία γάπη του πρός τό Θεό.


Περιστατικά πό τήν ζωή του


Παρατηρεται μνημόνευση το νόματος το Θεο στίς πιστολές, στούς λόγους του καί γενικά στήν συμπεριφορά του. Σέ πιστολή του πρός τόν βασιλιά θωνα γραφε μεταξύ τν λλων: « Τα δάκρυα τα οπήα εχησαν κε την ληπην την οπηαν εσθανθηκαν εξεναντηας αλην τοσην χαραν αλαβαμεν εμης οπου αξιοθηκαμε να ελθουμε μαζη με τον βασιλεαν μας…τουτο δοξαζο τόν θεόν οτη δεν εψεφθην αλα ληπουμε κε ληπουμε πολη…».[13] κφραση «δοξάζω τόν Θεό» παντ συχν στά κείμενά του.
Τόν Μάρτιο το 1821 μαζί μέ τό δελφό του Γεώργιο, πγαν στό χωριό Μπέτσι τς Λιοδώρας μέ δύο σημαες στά χέρια καί συγκάλεσαν τούς κατοίκους λέγοντάς τους μεταξύ λλων: «…δελφοί πρέπει νά κινηθμεν κατά τν τυράννων Τούρκων, γιά νά λευθερώσωμεν τήν πατρίδα μας, τά παιδιά μας, τάς γυναίκας μας, νά φτιάσωμεν κκλησίας, που ο Τούρκοι δέν μς φίνουν, νά γίνωμεν λοι ετυχες καί νά μήν εμεθα σκλάβοι τν Τούρκων».[14]
            Μιά λλη σημαντική ναφορά κάνει Πλαποτας ταν κουσε γιά τόν θάνατο το γαπητο δελφο του: «…Δέν δείλιασε, δέν λυπήθη, δέν κλαυσε εμή επε ες τούς στρατιώτας του παρηγορώντας τους: Θεός ς φυλάξη τούς ζωντανούς κι᾽ὁ Γεωργάκης ς πάει στό συχώριο».[15]
πίστη γίνεται σπουδαία ταν περιλαμβάνει τήν ρθοπραξία στόν καθημερινό βίο. τσι ζησε Πλαποτας φαρμόζοντας ,τι πίστευε. Διαβάζουμε πό τή βιογραφία του:« δ ζωή το Δημ. Πλαποτα το κατά πάντα μεμπτος, πειδή ποτέ δέν φάνη καταχρηστικός, κανέναν δέν δίκησε, κανέναν δέν τίμησε…».[16] πίσης, πρξε λιτός στό βίο του. Ζοσε μέ τήν μικρή περιουσία πού το φησε μέ τή διαθήκη του γέρο Κόλιας, καί τή μικρή σύνταξη. Εχε καί μία οκία στήν Τρίπολη, που μενε ταν πήγαινε. ,τι εχε τό διέθεσε στόν γώνα χωρίς νά λογαριάσει ποκατάσταση μέ προκες στά κορίτσια του. «, τι το δωσαν γι᾽ἀποζημίωση τν θυσιν του, τά διέθεσε νά ξοφλήση ποχρεώσεις, πού εχε ναλάβη προσωπικά κατά τήν διάρκεια το γνος».[17]
Τώρα μως θά σς διαβάσω να κείμενο πό τήν πολογία του Πλαποτα στήν προαναφερθεσα δίκη ατο καί το Κολοκοτρώνη. Εναι ζωηρά τά σημεα τς ταπείνωσης, ποία εναι πεμπτουσία τν χριστιανικν ρετν λλά καί νδειξη  πνευματικς ρχοντις: «-γώ επα τι θαρθον νθρωποι πό τά σοκάκια γιά νά ψευτομαρτυρήσουν ναντίον μας. Μιά χάρη μως σς ζητ. ταν παρουσιασθον ο κατήγοροί μας ατοί, ρωτστε τους:« ‘Πο σαστε σες κρυμμένοι τόσα χρόνια ταν ναβε τό ντουφέκι πάνω στίς κορφές, στίς πλαγιές καί στούς κάμπους τς πατρίδας; Πο σαστε θαμμένοι τότε καί ξετρυπώσατε τώρα, ατήν τή στιγμή, γιά νά ρίξετε πέτρες καί λάσπες πάνω στά κεφάλια μας; Πς τολμτε, σες, γυνακες ντυμένες νδρικά φορέματα, νά κατηγορήσετε ατόν πού πολέμησε 50 χρόνια γιά τή λευτεριά σας; Ατός- δείχνει τόν Κολοκοτρώνη- πού ντίκρυσε χίλιες φορές τό θάνατο γιά τήν πατρίδα εναι προδότης; Ατός τήν πρόδωσε τήν πατρίδα; Ποιός πό σς μπορε νά επ τι γαπάει περισσότερο πό μς τήν λλάδα; Καί ν τό επ κανένας σας, ποιός θά τό πιστέψη;»[18]’Εκενος μπαρουτοκαπνισμένος μιλ γιά τό μες καί προτάσσει τόν συναγωνιστή του, τόν Κολοκοτρώνη καί χι τόν αυτό του· δέν εναι ατό βίωμα το χριστιανισμο;

Μπορομε νά κμαιεύσουμε καί λλα στοιχεα γιά τόν  Πλαποτα ς πρός τήν πικοινωνία καί οκειότητα του μέ θρησκευτικές προσωπικότητες, πως μητροπολίτης Παροναξίας ερόθεος, ποος σέ πιστολή πού το στειλε γραφε:« χεις τόσους στύλους κλονήτους, οτινες δέ σέ φίνουν νά γύρης (…). Συγχώρησον σας ς ρχιερεύς καί πιστός φίλος σοί γράφω μέ θάρρος. γαπ τήν δόξα σου καί τήν ετυχίαν σου. γάπα μας καί γενναιότης σου ς σέ γαπ….ν Ναυπλί 1825 Φεβρουαρίου 25. Τς φιλτάτης μοι Γενναιότητος πρός Θεόν εχέτης καί λος ατς πρόθυμος, πατριώτης Παροναξίας ερόθεος».[19] Εναι φανερό λοιπόν τι χι μόνο τό Θεό πίστευε καί προσκυνοσε λλά καί μέ τούς πηρέτες το Θεο, τούς κληρικούς, συνομιλοσε καί τρεφε σεβασμό.

Καρπός τς θρησκευτικότητάς του καί το χαρακτήρα του εναι ο προσπάθειες πού κατέβαλε νά συμφιλιώσει τίς ντιμαχόμενες παρατάξεις ( Κολοκοτρώνη, Κουντουριώτη κ..).[20] Εναι μεγάλη φέλεια νά ναγνώσει καί μελετήσει κάποιος τίς πιστολές πού ντάλλαξαν μεταξύ τους, θά ποκλιθε στίς μεγάλες ατές μορφές καί στό ραμα πού εχαν γιά τό γένος.[21]             Σημαντική καί διαμαρτυρία πρός τήν προσωρινή διοίκηση τς λλάδος γιά τά κτροπα ( κλοπές, βανδαλισμοί κ.τ.λ.) τν ρουμελιώτικων στρατευμάτων στά Λαγκάδια, στά Μαγούλιανα, στό Ζυγοβίστι.[22] Δέν ρεσκόταν στό δικο καί στό τιμο γιατί θεωροσε τι τό ργο τς πελευθέρωσης χι μόνον ργο σοβαρό ταν λλά ργο σημαντικό καί πεύθυνο, τό νόμαζε δέ : «ργον θεον καί πατριωτικόν…».[23]
Κορυφαο μως σημεο το βίου του, πού πρέπει νά σταθομε, εναι συγχωρητικότητα κόμα καί στούς χάριστους χθρούς.[24]  κόμα να σημεο τν χαρισμάτων του, φιλοξενία λλά καί λεημοσύνη πού κατά τήν κκλησία μας «καλύπτει πλθος μαρτιν».[25] Περί το θέματος ατο διαβάζουμε: « κτός τν πείρων λεημοσυνν ες τούς δυστυχοντας, τν μέτρων καλν, κτός τν προσπαθειν του νά κατευνάζη τά ξημμένα πάθη καί κατά τό διχασμόν καί κατά τάς μεταπολιτεύσεις, καθ᾽ἅς διά τς σωφροσύνης του κατώρθωνε ν ποφευχθον α αματοχυσίαι φυλακίσεις καί ντεκδικήσεις, εχε τήν οκίαν του στία λων τν φίλων, συγγενν και συμπατριωτν».[26]



Θάνατός του

Στόν Πλαποτα συνέβη κάτι πού δέν συναντς εκολα πιό σωστά συναντς σπάνια καί μάλιστα σέ πνευματικά προοδευμένους νθρώπους. Προΐδε τόν θάνατό του καί τό λείψανο του ταν χαμογελαστό. «Μίαν μέραν πρό το θανάτου, προϊδών τοτον, τοίμασε μόνος τά το θανάτου του, προεπεν ες τούς οκείους του τι θά ταξιδεύση νεπιστρεπτί, ποχαιρέτησε λους καί ρεμος τό βράδυ τς 27 ουλίου 1864 ξεψύχησε μέ τό γέλιο στό στόμα, σάν νά χαιρόταν τόν θάνατο, γιατί πέθαινε μέ δόξα, περηφάνεια κιεφρανση, πού πλήρωσε τό μέγα καθκον καί πηγαίνει νά σμίξη στόν λλον κόσμο μέ τ᾽ἄλλα παληκάρια τς λευτερις».[27] ντύπωση μς προξενε πς περιγράφονται ο ερές ατές στιγμές το γωνιστο Πλαποτα στήν φημερίδα «Αγή» τό τος 1864. κε, φο ρχικά πλέκεται δίκαιος στέφανος το ρωα, στό τέλος διαβάζουμε: « Τοιοτος το ποθανών κατά τήν 5 ουλίου φανς ν τ χωρί του Δημήτρης Πλαποτας».[28] Ατή λέξη «φανς» προσδιορίζει τήν πλότητα καί ταπεινότητα πού χαρακτήρισε λόκληρη τήν ζωή του κόμα καί τήν θανή του. Δέν γιναν καί δέν θελε διος νά γίνουν διαίτερες κδηλώσεις καί τιμές στήν κηδεία του. Πραγματοποιήθηκε λιτά στήν γενέτειρά του,[29] πανερχόμενος στήν γ, πού ποτελε  τήν κοινή μας μάνα.[30] τάφη «παρά τ συζύγ του».[31] κκλησία, ς φειλε, τίμησε τόν νεκρό. Δεσπότης Γόρτυνος καί ο ερες τς περιοχς προέπεμψαν μέ ελάβεια καί πειρο σεβασμό τήν σορό το ρωα. Τό διο καναν καί ο λοιποί πολιτικοί καί στρατιωτικοί λλά καί λαός. λοι ατοί ο νώνυμοι, λλά ταυτόχρονα τόσο πώνυμοι, «ρραναν μέ τά δάκρυά τους τό σεπτόν λείψανόν του».[32] τσι συμβαίνει συνήθως. Μετά τήν παρέλευση μις πολυτάχαρης ζως ρχεται ρα τς ριμότητας καί τς πίγνωσης τς ματαιότητας τν νθρωπίνων πραγμάτων. Σέ ατήν τήν στράτα βλέπουμε νά βάδισε καί δικός μας Γορτύνιος Δημητράκης Πλαποτας.


                                               






ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Νά πομε τήν λήθεια: Μέ τά σα προαναφέραμε δέν πμε νά ραιοποιήσουμε, πολλώ δέ μάλλον νά γιοποιήσουμε τόν Πλαποτα. Κλέφτης στά βουνά ταν, μέ τι σημαίνει ατό, λλά τόν διακατεχε μιά θρησκευτικότητα, μία λεβεντιά καί μιά σύνεση, στοιχεα ναγκαα γιά κάθε νθρωπο καί κάθε ποχή καί πολύ περισσότερο γιά τήν ποχή κείνη τήν τόσο δυσκολεμένη καί ταλαιπωρημένη. Τελειώνω μέ μιά κφραση: «Καυχωμένη καί γαλλομένη εανδρος Γόρτυς διά τόσους Πατριάρχας καί δίως τόν Γρηγόριον, διά τόν Γερμανόν, διά τούς Κολοκοτρωναίους, Δεληγιανναίους καί τόσους λλους, καυχται καί διά τόν κ το τόπου τούτου νδοξον ντιστράτηγον».

 ς εναι αωνία του μνήμη!






















* μιλία πραγματοποιήθηκε στό Παλούμπα Γορτυνίας στίς 21 Μαρτίου 2015













[1] Λιακοπούλου Ἠλία, Παλούμπα, Ἑφημερίδα Ἑβδομάς Ἔτος Ε´ἀριθμ.8, Ἀθῆναι 20 Φεβρουαρίου 1888, σσ.1-2.
[2] Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σ.75.
[3] Λιακοπούλου Ἠλία, Παλούμπα, Ἑφημερίδα Ἐβδομάς Ἔτος Ε´ἀριθμ.8, Ἀθῆναι 20 Φεβρουαρίου 1888, σ.4.
[4] Παπαρρηγόπουλου Κωνσταντίνου, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἕθνους, Τόμος 7ος. Ἀθῆναι,  1992, σ.265. Βλ. Ἐγκυκλοπαίδεια Γιοβάνη, Πλαποῦτας, τόμος 17ος, Ἀθῆναι, σ.231.
[5] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος, σ. 156.
[6] Χρυσανθακοπούλου Φωτίου, Ἀπομνημονεύματα περί τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, Ἀθῆναι 1899, σσ.189-190.
[7] Ἐφημερίδα Ἀρκαδία τῆς 5ης Δεκεμβρίου 1861, ἀρ.φυλ.224.
[8] Δημητρακόπουλου Σοφοκλή, Τό Παλούμπα, Μάραθα Ἐπετηρίδα 1999-2000, Ἀθήνα, σ.96.
[9] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 621.
[10] Ὁ ἴδιος ἀναφέρεται ὅτι μερίμνησε καί γιά τήν καμπάνα τοῦ Ἁγιώργη (βλ. Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σ.83).
[11] Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σ.209.
[12] Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σ.83.
[13] Τό αὐτόγραφο σχέδιο τῆς ἐπιστολῆς( Παλούμπα 1858) ἀναγνώσασαμε στό ἔργο τοῦ Ἀγησιλάου Τσέλαλη ὅπου ἀναφέρεται: « ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΟ ΣΧΕΔΙΟ ἐπιστολῆς του πρός τόν Ὄθωνα. Ἐδημοσιεύθη στήν ‘Ἀρκαδική Ἐπετηρίδα’ 1903, σ.72, ἀπό τόν Τάκη Κανδηλῶρο».
[14] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 157. Βλ. Σπουδαῖα ὁμιλία τοῦ ἱστορικοῦ Νίκου Παπαγεωργίου κατά τόν πρῶτο ἐπίσημο ἑορτασμό (14/3/1999) στό «ἀλώνι τοῦ Καληντέρη» στοῦ Μπέτσι.
[15] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 157.
[16] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 159.
[17] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 618.
[18] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 541.
[19] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 381.
[20] Σολομοῦ Ἀλίκης, «Πλαποῦτας», Παγκόσμιο Βιογραφικό λεξικό, Τόμ.8ος Ἐκδοτική Ἀθηνῶν 1991, σ.297. Βλ. Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σ.90.
[21] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 372.
[22] Παπαχρήστου Γιάννη, Το Παλούμπα καί οί Παλουμπαίοι, Τρίπολη 2000, σσ.90-91.
[23] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 362.
[24] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 623.
[25] Νεκταρίου Κεφαλά (ἁγίου), Ἅπαντα τομ. Ε’, σ. 362.
[26] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 621.
[27] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος, σ. 621.
[28] Ἐφημερίδα ΑΥΓΗ τῆς 13ης Ἰουλίου 1864.
[29] Σολομοῦ Ἀλίκης, «Πλαποῦτας», Παγκόσμιο Βιογραφικό λεξικό, Τόμ.8ος Ἐκδοτική Ἀθηνῶν 1991, σ.297.
[30] «Ὁ πάλαι μέν, ἐκ μή ὄντων πλάσας με, καί εἰκόνι σου θείᾳ τιμήσας, παραβάσει ἐντολῆς δέ πάλιν με ἐπιστρέψας, εἰς γῆν ἐξ ἧς ἐλήφθην, εἰς το καθομοίωσιν ἐπανάγαγε, τό ἀρχαῖον κάλλος ἀναμορφώσασθαι», ἀπό τά Εὐλογητάρια τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας.
[31] Τσέλαλη Ἀγησιλάου, Πλαποῦτας,  Ἐκδ. Γιαννίκος,σ. 623.
[32] Αὐτόθι, σ. 622.

Δημοφιλείς αναρτήσεις

Αναγνώστες